|
Η μακροβιότερη πολιτιστική εκπομπή της τηλεόρασης.
Το «Μονόγραμμα» στη δημόσια τηλεόραση έχει καταγράψει με μοναδικό τρόπο τα πρόσωπα που σηματοδότησαν με την παρουσία και το έργο τους την πνευματική, πολιτιστική και καλλιτεχνική πορεία του τόπου μας.
«Εθνικό αρχείο» έχει χαρακτηριστεί από το σύνολο του Τύπου και για πρώτη φορά το 2012, η Ακαδημία Αθηνών αναγνώρισε και βράβευσε οπτικοακουστικό έργο, απονέμοντας στους δημιουργούς-παραγωγούς και σκηνοθέτες Γιώργο και Ηρώ Σγουράκη το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου τους και ιδίως για το «Μονόγραμμα» με το σκεπτικό ότι: «…οι βιογραφικές τους εκπομπές αποτελούν πολύτιμη προσωπογραφία Ελλήνων που έδρασαν στο παρελθόν αλλά και στην εποχή μας και δημιούργησαν, όπως χαρακτηρίστηκε, έργο “για τις επόμενες γενεές”».
Έθνος χωρίς ιστορική μνήμη, και χωρίς συνέχεια πολιτισμού, είναι καταδικασμένο. Και είμαστε υποχρεωμένοι ως γενιά, να βρούμε τις βέβαιες πατημασιές, πάνω στις οποίες θα πατήσουν οι επόμενες γενιές.
Πώς; Βαδίζοντας στα χνάρια του πολιτισμού που άφησαν οι μεγάλοι της εποχής μας. Στο μεσοστράτι δύο αιώνων, και υπερήφανοι που γεννηθήκαμε την ίδια εποχή με αυτούς και κοινωνήσαμε της Τέχνης τους, οφείλουμε να τα περιφρουρήσουμε, να τα περισώσουμε.
Η ιδέα της δημιουργίας ήταν του παραγωγού-σκηνοθέτη Γιώργου Σγουράκη, προκειμένου να παρουσιαστεί με αυτοβιογραφική μορφή η ζωή, το έργο και η στάση ζωής των προσώπων που δρουν στην πνευματική, πολιτιστική, καλλιτεχνική, κοινωνική και γενικότερα στη δημόσια ζωή, ώστε να μην υπάρχει κανενός είδους παρέμβαση και να διατηρηθεί ατόφιο το κινηματογραφικό ντοκουμέντο.
Η μορφή της κάθε εκπομπής έχει στόχο την αυτοβιογραφική παρουσίαση (καταγραφή σε εικόνα και ήχο) ενός ατόμου που δρα στην πνευματική, καλλιτεχνική, πολιτιστική, πολιτική, κοινωνική και γενικά στη δημόσια ζωή, κατά τρόπο που κινεί το ενδιαφέρον των συγχρόνων του.
Ο τίτλος είναι από το ομότιτλο ποιητικό έργο του Οδυσσέα Ελύτη (με τη σύμφωνη γνώμη του) και είναι απόλυτα καθοριστικός για το αντικείμενο που πραγματεύεται: Μονόγραμμα = Αυτοβιογραφία.
Το σήμα της σειράς είναι ακριβές αντίγραφο από τον σπάνιο σφραγιδόλιθο που υπάρχει στο Βρετανικό Μουσείο και χρονολογείται στον 4ο ώς τον 3ο αιώνα π.Χ. και είναι από καφετί αχάτη.
Τέσσερα γράμματα συνθέτουν και έχουν συνδυαστεί σε μονόγραμμα. Τα γράμματα αυτά είναι το Υ, το Β, το Ω και το Ε. Πρέπει να σημειωθεί ότι είναι πολύ σπάνιοι οι σφραγιδόλιθοι με συνδυασμούς γραμμάτων, όπως αυτός που έχει γίνει το χαρακτηριστικό σήμα της τηλεοπτικής σειράς.
Το χαρακτηριστικό μουσικό σήμα που συνοδεύει τον γραμμικό αρχικό σχηματισμό του σήματος με τη σύνθεση των γραμμάτων του σφραγιδόλιθου, είναι δημιουργία του συνθέτη Βασίλη Δημητρίου.
Σε κάθε εκπομπή ο/η αυτοβιογραφούμενος/η οριοθετεί το πλαίσιο της ταινίας, η οποία γίνεται γι' αυτόν. Στη συνέχεια, με τη συνεργασία τους καθορίζεται η δομή και ο χαρακτήρας της όλης παρουσίασης. Μελετούμε αρχικά όλα τα υπάρχοντα βιογραφικά στοιχεία, παρακολουθούμε την εμπεριστατωμένη τεκμηρίωση του έργου του προσώπου το οποίο καταγράφουμε, ανατρέχουμε στα δημοσιεύματα και στις συνεντεύξεις που το αφορούν και έπειτα από πολύμηνη πολλές φορές προεργασία, ολοκληρώνουμε την τηλεοπτική μας καταγραφή.
Μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί 340 πρόσωπα και θεωρούμε ως πολύ χαρακτηριστικό, στην αντίληψη της δημιουργίας της σειράς, το ευρύ φάσμα ειδικοτήτων των αυτοβιογραφουμένων, που σχεδόν καλύπτουν όλους τους επιστημονικούς, καλλιτεχνικούς και κοινωνικούς χώρους με τις ακόλουθες ειδικότητες: αρχαιολόγοι, αρχιτέκτονες, αστροφυσικοί, βαρύτονοι, βιολονίστες, βυζαντινολόγοι, γελοιογράφοι, γεωλόγοι, γλωσσολόγοι, γλύπτες, δημοσιογράφοι, διαστημικοί επιστήμονες, διευθυντές ορχήστρας, δικαστικοί, δικηγόροι, εγκληματολόγοι, εθνομουσικολόγοι, εκδότες, εκφωνητές ραδιοφωνίας, ελληνιστές, ενδυματολόγοι, ερευνητές, ζωγράφοι, ηθοποιοί, θεατρολόγοι, θέατρο σκιών, ιατροί, ιερωμένοι, ιμπρεσάριοι, ιστορικοί, ιστοριοδίφες, καθηγητές πανεπιστημίων, κεραμιστές, κιθαρίστες, κινηματογραφιστές, κοινωνιολόγοι, κριτικοί λογοτεχνίας, κριτικοί Τέχνης, λαϊκοί οργανοπαίκτες, λαογράφοι, λογοτέχνες, μαθηματικοί, μεταφραστές, μουσικολόγοι, οικονομολόγοι, παιδαγωγοί, πιανίστες, ποιητές, πολεοδόμοι, πολιτικοί, σεισμολόγοι, σεναριογράφοι, σκηνοθέτες, σκηνογράφοι, σκιτσογράφοι, σπηλαιολόγοι, στιχουργοί, στρατηγοί, συγγραφείς, συλλέκτες, συνθέτες, συνταγματολόγοι, συντηρητές αρχαιοτήτων και εικόνων, τραγουδιστές, χαράκτες, φιλέλληνες, φιλόλογοι, φιλόσοφοι, φυσικοί, φωτογράφοι, χορογράφοι, χρονογράφοι, ψυχίατροι.
Τα πρόσωπα που αυτοβιογραφούνται στην ενότητα αυτή είναι:
Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, ο εκπαιδευτικός και συγγραφέας Λαοκράτης Βάσσης, ο ζωγράφος Βασίλης Θεοχαράκης, η συγγραφέας Ρέα Γαλανάκη, ο ποιητής Αντώνης Φωστιέρης, ο συνθέτης Γιάννης Σπανός, η συγγραφέας Μαρίνα Καραγάτση, ο ηθοποιός Νικήτας Τσακίρογλου, ο συνθέτης Χρήστος Νικολόπουλος, ο συγγραφέας Γιάννης Ξανθούλης και ο λυράρης Βασίλης Σκουλάς.
Δείτε σήμερα:
«Χρήστος Νικολόπουλος» (συνθέτης)
Ο Χρήστος Νικολόπουλος, συνθέτης και δεξιοτέχνης του μπουζουκιού, αυτοβιογραφείται στο «Μονόγραμμα» αυτής της εβδομάδας.
Ο Χρήστος Νικολόπουλος, σέρνει πίσω του ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας σ’ αυτό που ονομάζουμε ελληνικό λαϊκό τραγούδι με εμφανή στοιχεία από τις ρίζες της παράδοσης. Ωστόσο, παραμένει σεμνός, διακριτικός και συγκροτημένος, σ’ έναν χώρο που αυτός ο συνδυασμός σπανίζει…
Γεννήθηκε στο Καψοχώρι, μία συνοικία της Αλεξάνδρειας του Γιδά, στο νομό Ημαθίας. Κανείς από την οικογένεια δεν ήταν μουσικός, οι μουσικές ήταν μέσα του, προέρχονταν από άγνωστες πανάρχαιες καταβολές. Μαγευόταν από τα συγκροτήματα που έρχονταν στο χωριό του στα πανηγύρια, από τον ξάδελφο που αγόρασε ακορντεόν, και του το ζητούσε να παίξει κι αυτός.
Το χωριό μικρό, η οικογένειά του αγροτική, φτωχή, δεν γινόταν λόγος για σπουδές. Ούτε άλλωστε ο Χρήστος Νικολόπουλος είχε αυτό κατά νου.
Έτσι, το 1963, σε ηλικία μόλις δεκαέξι ετών, με τα λιγοστά λεφτά και την ευχή του πατέρα του ως μόνο εφόδιο, έφτασε στην Αθήνα. Έσπευσε φυσικά στην οδό Βερανζέρου στην Ομόνοια, στο θρυλικό «Καφενείο των Μουσικών». Εκεί γνώρισε μουσικούς που τον βοήθησαν και άρχισε να παίζει σε δίσκους μικρών εταιρειών.
«Στην αρχή πήγαινα στα στούντιο κι έπαιζα τσάμπα, έπαιζα για να με γνωρίσουν» λέει. Τελικά, ο Στέλιος Ζαφειρίου, δεξιοτέχνης στο μπουζούκι τον άκουσε και του πρότεινε να παίζουν μαζί στις ηχογραφήσεις των μεγαλύτερων εταιρειών της εποχής εκείνης.
Ένας από τους μουσικούς που γνώρισε κατόπιν, ο Πάνος Ιατρού, τον σύστησε στον Στέλιο Καζαντζίδη που τραγουδούσε στο κέντρο «Η Τριάνα του Χειλά», το καλύτερο κέντρο της εποχής εκείνης. Ο Καζαντζίδης έψαχνε για μπουζούκι κι έτσι έγινε το μεγάλο άνοιγμα στην καριέρα του, «η αλλαγή ας πούμε κατηγορίας», όπως λέει.
Μετά τον Καζαντζίδη που αποσύρθηκε ξαφνικά, ο Χρήστος Νικολόπουλος συνέχισε την πορεία του αυτόνομα, γνώρισε και εργάστηκε σχεδόν με όλους τους ρεμπέτες της εποχής, τον Βασίλη Τσιτσάνη, τον Γιάννη Παπαιωάννου, τον Γιώργο Κυριαζή, τον Μάρκο Βαμβακάρη, τον Σταύρο Κουγιουμτζή.
Το 1968 ήταν όταν ξεκίνησε να γράφει τα πρώτα δικά του τραγούδια.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, ο Χρήστος Νικολόπουλος, έγραψε κορυφαία τραγούδια που σφράγισαν τη συλλογική μας μνήμη. Το «Υπάρχω», «Κάτω απ’ το πουκάμισό μου», το «Ξημέρωμα», που τραγουδάει ο Λιδάκης, τις «Νταλίκες», «Στων αγγέλων τα μπουζούκια», το «Κάτσε καλά», το «Ποδήλατο», «Ψίθυροι καρδιάς», «Όλες του κόσμου οι Κυριακές» σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου.
Συνεργάστηκε με εξαίρετους στιχουργούς, όπως με τον Μάνο Ελευθερίου, με τον Πυθαγόρα (πάνω από 40 τραγούδια, πολύ μεγάλες επιτυχίες), τη Σώτια Τσώτου, την Τασούλα Θωμαΐδη και πολλούς άλλους, τους οποίους χαρακτηρίζει εξαιρετικούς στιχουργούς με τους οποίους έκανε κι εξαιρετικές συνεργασίες.
Μία από τις κορυφαίες στιγμές στην καριέρα του θεωρεί την εποχή που έπαιξε με τον Μανώλη Χιώτη. Ο Χιώτης ήταν το ίνδαλμά του και βρέθηκε να παίζει μία ολόκληρη σεζόν μαζί του στο «Ακροπόλ», απέναντι από το Πολυτεχνείο.
Στη συνέχεια με τον Ζαμπέτα, ο οποίος συνήθιζε να τον αποκαλεί και «γιο του», που έπαιξε σχεδόν στο 80% της δισκογραφίας του μαζί του, σαν δεύτερο μπουζούκι.
Κορυφαία στιγμή επίσης, θεωρεί -και είναι- η παρουσία του στο Ηρώδειο, καθώς το μπουζούκι ήταν ταμπού για το Ηρώδειο, με αποτέλεσμα να μην μπορέσουν ποτέ να μπουν οι παλαιότεροι σπουδαίοι καλλιτέχνες.
Δούλεψε με όλους τους μεγάλους τραγουδιστές και τραγουδίστριες, όπως οι Πόλυ Πάνου, Καίτη Γκρέυ, Τόλη Βοσκόπουλο, Γρηγόρη Μπιθικώτση, Γιάννη Πουλόπουλο, Γιάννη Καλατζή, Χαρούλα Αλεξίου, Γιώργο Νταλάρα, Ελευθερία Αρβανιτάκη, Πασχάλη Τερζή αλλά και νεότερους, οι οποίοι αναδείχτηκαν από τα τραγούδια του, όπως ο Κώστας Μακεδόνας, ο Δημήτρης Μπάσης κ.ά.
Παραγωγός: Γιώργος Σγουράκης.
Σκηνοθεσία: Κιμ Ντίμον.
Δημοσιογραφική επιμέλεια: Ιωάννα Κολοβού.
Διεύθυνση φωτογραφίας: Στάθης Γκόβας.
Ηχοληψία: Λάμπρος Γόβατζης.
Μοντάζ: Σταμάτης Μαργέτης.
Διεύθυνση παραγωγής: Στέλιος Σγουράκης.
|
|