|
Ο Άρης Σκιαδόπουλος παρουσιάζει ανθρώπους που έχουν σφραγίσει την πολιτιστική πορεία του τόπου.
Μέσα από την εκπομπή προβάλλονται προσωπικότητες που έπαιξαν ή παίζουν ρόλο στο κοινωνικό, πολιτικό και επιστημονικό γίγνεσθαι – είτε τα πρόσωπα αυτά δραστηριοποιούνται ακόμα είτε έχουν αποσυρθεί αφού κατέθεσαν το έργο τους.
Οι καλεσμένοι της εκπομπής, επιλέγοντας πάντα χώρους και μέρη που τους αφορούν, καταθέτουν κομμάτια ζωής που τους διαμόρφωσαν, αλλά και σκέψεις, σχόλια, προβληματισμούς και απόψεις για τα σύγχρονα -και όχι μόνο- δρώμενα, σε όλους τους χώρους της ελληνικής και διεθνούς πραγματικότητας.
Δείτε σήμερα:
«Μάρκος & Στέλιος Βαμβακάρης»
Ο Άρης Σκιαδόπουλος και η εκπομπή «ΔΡΟΜΟΙ» ακολουθούν τον Στέλιο Βαμβακάρη, γιο του μεγάλου ρεμπέτη, Μάρκου Βαμβακάρη, σε ένα μουσικό οδοιπορικό στη Σύρο, την πατρίδα του «πατριάρχη» του ρεμπέτικου.
Ο Στέλιος Βαμβακάρης, καταξιωμένος μουσικός και συνεχιστής της μουσικής παράδοσης του πατέρα του παίζει στο μπουζούκι ένα ταξίμι του Μάρκου, όπως λέει ο ίδιος, με τίτλο Συριανά, από τα καραντουζένια που του έμαθε ο πατέρας του και συγκεκριμένα το τραγούδι «Σκύλα μ’ έκανες και λιώνω».
Θυμάται το ταξίδι με καΐκι με τον πατέρα του για τη Σύρο (Σύρα) και εξηγεί τη σημασία της επιστροφής στο νησί.
Περιγράφει πώς από τα άλλα νησιά έρχονταν φίλοι του Μάρκου για να τον δουν, να τον ακούσουν και να του κάνουν το τραπέζι και θυμάται με συγκίνηση τη βαθύτατη φιλία που ένωνε εκείνους τους ανθρώπους.
Στην Άνω Σύρο, ο Στέλιος Βαμβακάρης μιλάει για την οικογένεια του Μάρκου και τα παιδικά του χρόνια όταν ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τους μουσικούς και τους μάγκες.
Μιλάει για τις επισκέψεις στο νησί μαζί με τον αδερφό του και περιγράφει πώς περίμεναν και οι δυο τους να τους κεράσουν κάτι γιατί πεινούσαν.
Αναφέρεται, επίσης, στη σχέση που είχαν εκείνος κι ο αδερφός του με τον πατέρα τους, περιγράφει τον χαρακτήρα του Μάρκου, την απλότητα και τον εσωτερικό πλούτο του που εκφραζόταν και μέσω της μουσικής του.
Μιλάει, επίσης, για την πορεία του Μάρκου από τη Σύρο, στον Πειραιά, σε χειρωνακτικές βαριές δουλειές από αχθοφόρος στα σφαγεία και μέχρι την αφοσίωσή του στο ρεμπέτικο.
Ο Στέλιος Βαμβακάρης επισκέπτεται τα μέρη όπου τραγουδούσε ο Μάρκος στη Σύρο και μάλιστα, θυμάται ένα περιστατικό σε πανηγύρι όπου ο πατέρας του έδειξε ποια ήταν η κοπέλα για την οποία έγραψε τη Φραγκοσυριανή.
Στη φυλακή Λαζαρέτα εξηγεί ότι ο Μάρκος βοηθούσε κρατούμενους και αγαπούσε τους ανθρώπους που κλείστηκαν εκεί και εκείνοι τον σέβονταν.
Έπειτα αναφέρεται στην παραγκώνιση του Βαμβακάρη από τις δισκογραφικές εταιρείες και την αναγκαστική αναζήτηση του μεροκάματου σε διάφορα μουσικά κέντρα. Σχετικά με αυτή τη δύσκολη περίοδο υπογραμμίζει τη συνεργασία του Βαμβακάρη με μεγάλους μουσικούς, όπως ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Μανώλης ο Χιώτης, ο Γιώργος Μητσάκης, ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης με τον οποίο είχε μεγάλη φιλία, αλλά και με τον Βαγγέλη Περπινιάδη, που τραγούδησε κομμάτι του Μάρκου και έτσι κάπως ξεκίνησε πάλι η δισκογραφική του παρουσία.
Θυμάται τον πατέρα του να παίζει με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση.
Για τον εαυτό του, ο Στέλιος Βαμβακάρης θυμάται τη συνεργασία με μουσικούς και ονόματα του ελληνικού τραγουδιού όπως οι Γιώτα Λύδια, Πόλυ Πάνου, Καίτη Γκραίη, Πάνος Γαβαλάς και Βαγγέλης Περπινιάδης και εξηγεί ότι δίπλα σε αυτούς έμαθε τη δουλειά.
Παράλληλα, εξηγεί ότι εκείνη την εποχή ανέβαινε η μουσική των μπλουζ και το ροκ εν ρολ μαζί με τη χλιδή της δεκαετίας του 1960.
Έτσι, το 1963 έγινε και ο ίδιος επαγγελματίας και μαζί με τον πατέρα του και τον αδερφό του Ντομένικο έζησαν τη δεύτερη καριέρα του.
Θυμάται, επίσης, τις δυσκολίες του πατέρα του με την υγεία του όταν το άσθμα και η παραμορφωτική αρθρίτιδα δεν του επέτρεπαν να παίζει, αλλά και τις τελευταίες στιγμές του Μάρκου με την μεγάλη ταλαιπωρία από την επιδείνωση της υγείας του.
Ο Στέλιος αναφέρει τον Άκη Πάνου ο οποίος ήταν από τους λίγους που βρέθηκε κοντά στον πατέρα του στα δύσκολα.
Στο μουσείο του Μάρκου Βαμβακάρη στην Άνω Χώρα, Σύρου, ο Στέλιος θυμάται το παράπονο του πατέρα του που είχε στενοχωρήσει τους γονείς του και έπαιζε συχνά ένα τραγούδι που του έλεγε η μητέρα του. Το ίδιο τραγούδι του έπαιζε ο Στέλιος για να τον συγκινεί.
Ο Στέλιος Βαμβακάρης μιλάει για την προσωπική του μουσική πορεία, τις συνθέσεις του για την Καίτη Γκραίη και τον Περπινιάδη, την Μπέλλου, τον Νταλάρα, τον Σιδηρόπουλο, για τις συναυλίες στο εξωτερικό, για τη συνεργασία με τον Λουιζιάνα Ρέντ, τις συναυλίες, όπως με τον Τζον Λι Χούκερ στη Σουηδία και τους αυτοσχεδιασμούς στην ταινία του Γιώργου Πανουσόπουλου «Μια νύχτα τη μέρα».
Μιλάει για το καραντουζένι, το ύφος και τη σχέση του μουσικού με το όργανό του και τις ρίζες της μουσικής αυτής.
Κατά τη διάρκεια της εκπομπής, προβάλλεται αρχειακό υλικό φωτογραφίες και κινούμενη εικόνα με τον Μάρκο Βαμβακάρη, ενώ ακούγονται τα τραγούδια «Σύρος», «Τα όμορφα τα γαλανά σου μάτια», «Φραγκοσυριανή», «Αντιλαλούν οι φυλακές», «Όσοι έχουνε πολλά λεφτά», «Χαϊδάρι», «Τα ματόκλαδά σου λάμπουν», «Άτακτη», «Όλοι οι ρεμπέτες του ντουνιά», «Όσοι γινούν πρωθυπουργοί», «Σ’ ένα μπαρ του Μισισίπι» και «Αν μ αξιώσει ο Θεός».
Παρουσίαση-έρευνα: Άρης Σκιαδόπουλος
Σκηνοθεσία: Νίκος Αλπαντάκης
Αρχισυνταξία-δημοσιογραφική επιμέλεια: Ηρώ Τριγώνη
Φωτογραφία: Χριστόφορος Γεωργούτσος
Μουσική επιμέλεια: Ηρώ Διαμαντούρου
Μοντάζ: Νίκος Αλπαντάκης
Ήχος: Αλέξης Storey
Διεύθυνση παραγωγής: Αλίκη Θαλασσοχώρη
Παραγωγή: ΕΡΤ Α.Ε.
Εκτέλεση παραγωγής: KaBel – Κατερίνα Μπεληγιάννη
Έτος παραγωγής: 2005
Παρουσίαση: Άρης Σκιαδόπουλος
|
|